Ριζικές αλλαγές αναμένεται να συμβούν στην αγορά αυτοκινήτου μετά τις πρόσφατες κυβερνητικές εξαγγελίες, οι οποίες μεταξύ άλλων προμηνύουν το τέλος των πωλήσεων νέων επιβατικών αυτοκινήτων με κινητήρες εσωτερικής καύσης από το 2030.
Κύκλοι της αγοράς αναγνωρίζουν ότι οι πρωτοβουλίες της κυβέρνησης συνιστούν αποφασιστικό βήμα προς τη βιώσιμη κινητικότητα, επισημαίνουν ωστόσο την ανάγκη δημιουργίας ενός ικανοποιητικού δικτύου φόρτισης των ηλεκτρικών μοντέλων ΙΧ, αλλά και την παροχή γενναίων κινήτρων απόσυρσης των παλαιών οχημάτων, τη στιγμή που στη χώρα μας ο στόλος των αυτοκινήτων συνεχίζει να γερνάει επικίνδυνα (ο μέσος όρος ηλικίας είναι τα 16 χρόνια για τα επιβατικά).
Με γνώμονα ότι υπάρχει έναν επαρκής χρονικός ορίζοντας 8 ετών, όπου θα απαγορευτεί η πώληση μοντέλων με κινητήρα βενζίνης ή πετρελαίου, τα μεταχειρισμένα μοντέλα με κινητήρες εσωτερικής καύσης (και με το γεγονός ότι το 90% των πωλήσεων στη χώρα μας εξαρτάται από τα αυτοκίνητα βενζίνης ή ντίζελ) δεν αναμένεται να απαξιωθούν τα επόμενα τρία-πέντε χρόνια. Ομως, από το 2025, που οι αυτοκινητοβιομηχανίες υπόσχονται ότι σχεδόν το 40%-50% των πωλήσεων θα προέρχεται από αυτοκίνητα εξηλεκτρισμένα (υβριδικά, plug-in υβριδικά και αμιγώς ηλεκτρικά), αυτομάτως θα δημιουργηθεί ένα μεγάλο πάρκο μεταχειρισμένων μοντέλων, ξεπερασμένης αντιρρυπαντικής τεχνολογίας, όπου οι τιμές τους θα μειωθούν σημαντικά. Τα μοντέλα που θα γνωρίσουν τη μεγαλύτερη απαξίωση θα είναι τα μεγάλα πολυτελή, τα πρώτης γενιάς SUV πολλών κυβικών, όπου οι ρύποι και τα δυσβάσταχτα τέλη κυκλοφορίας – αλλά και το υψηλό κόστος συντήρησής τους – θα αναγκάζουν τους ιδιοκτήτες τους να τα πωλούν ή και να τα ανταλλάσσουν σε ιδιαίτερα χαμηλές τιμές, εφόσον υπάρχει και η προοπτική αγοράς ενός καινούργιου.
Να σημειωθεί πως η γενιά των μικρών αυτοκινήτων πόλης της τάξεως των 10-11 χιλιάδων ευρώ έχει εξαφανιστεί από τους τιμοκαταλόγους των αντιπροσωπειών. Ο λόγος είναι ότι οι αυστηρότεροι κανονισμοί για τις εκπομπές ρύπων της ΕΕ έχουν ανεβάσει σημαντικά το κόστος παραγωγής και εξέλιξης των νέων καθαρότερων κινητήρων, ενώ ένας ακόμη λόγος που έχουν αυξηθεί σημαντικά οι τιμές των μικρών μοντέλων είναι ότι υποχρεωτικά φέρουν στάνταρ συστήματα ασφάλειας, συστήματα συνδεσιμότητας και συστήματα υποβοήθησης. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα ένα μικρό μοντέλο που πριν από μερικά χρόνια κόστιζε 11-12 χιλιάδες ευρώ, σήμερα, η βασική του έκδοση να ξεκινά από τις 14-15 χιλιάδες ευρώ. Eπίσης, για λόγους ανταγωνισμού και μάρκετινγκ, οι κατασκευαστές έχουν επιλέξει την κατάργηση των λιτών σε εξοπλισμό βασικών εκδόσεων σε κάθε μοντέλο τους, δίνοντας έμφαση στις πιο πλούσια εξοπλισμένες και συνεπώς πιο ακριβές εκδόσεις.
Σήμερα, αρκετές εταιρείες, η μία μετά την άλλη, καταργούν τις ντίζελ εκδόσεις σε αρκετά δημοφιλή μοντέλα τους, ακόμη και σε μεγαλύτερα αυτοκίνητα όπως είναι τα SUV. Ηδη τα ντίζελ μοντέλα αποτελούν το 15%-20% των πωλήσεων, με τα μοντέλα βενζίνης να κυριαρχούν σε όλες τις κατηγορίες. Η συρρίκνωση των πωλήσεων πετρελαιοκίνητων μοντέλων θα αναγκάσει και άλλες εταιρείες να «ξεμπερδέψουν» με τους κινητήρες πετρελαίου.
Η αγορά των ηλεκτρικών μοντέλων
Η αγορά των ηλεκτρικών μοντέλων ολοένα και περισσότερο εμπλουτίζεται με νέες προτάσεις. Τόσο η μικρή και η μικρομεσαία κατηγορία όσο και η πολυτελής κατηγορία προσφέρουν προτάσεις με μοντέλα που κινούνται αμιγώς ηλεκτρικά. Ειδικότερα, στην κατηγορία των μικρών μοντέλων οι προτάσεις κοστίζουν από 20.000 έως 25.000 ευρώ με το όφελος της κρατικής επιδότησης. Στα μεσαία μοντέλα, η αγορά των ηλεκτρικών μοντέλων αγγίζει κατά μέσο όρο τις 30-50 χιλιάδες ευρώ, ενώ τα πολυτελή ξεπερνούν τις 70-80 χιλιάδες ευρώ. Συνολικά, στην κατηγορία των αμιγώς ηλεκτρικών οι προτάσεις στη χώρα μας ξεπερνούν τα 30 νέα μοντέλα, σχεδόν διπλάσια απ’ ό,τι πριν από έναν χρόνο.
Οι νέες τεχνολογίες εμπλουτίζονται αδιαλείπτως με μοντέλα με υβριδικό σύστημα ή plug-in υβριδικό. Η διαφορά εστιάζεται στο γεγονός ότι τα υβριδικά μοντέλα κινούνται συνδυαστικά από έναν κινητήρα βενζίνης (ή και πετρελαίου) και έναν ηλεκτροκινητήρα, ενώ τα plug-in υβριδικά διαθέτουν και αυτά για την κίνησή τους ηλεκτροκινητήρα και κινητήρα εσωτερικής καύσης, αλλά μπορούν επίσης να φορτίζονται, με αποτέλεσμα να έχουν τη δυνατότητα να κινηθούν και αμιγώς ηλεκτρικά. Η αυτονομία της αμιγούς ηλεκτροκίνησης, εκτός από την αυτονομία που προσφέρει ο κινητήρας βενζίνης, για τα plug-in κυμαίνεται από 50 έως 60 χιλιόμετρα, ενώ πρόσφατα η συγκεκριμένη υποκατηγορία εμπλουτίστηκε με μοντέλα με ηλεκτρική αυτονομία 100 χλμ.
Οι προβλέψεις για τα επόμενα χρόνια αναφέρουν ότι η ηλεκτροκίνηση θα γίνει πιο προσιτή και περισσότερος κόσμος θα έχει πρόσβαση σε αυτή. Υπολογίζεται ότι μετά το 2024 σταδιακά οι τιμές των ηλεκτρικών θα γίνονται πιο φθηνές σε σχέση με τα συμβατικά. Από τον επόμενο χρόνο αρκετά ηλεκτρικά μοντέλα θα αρχίσουν να φτάνουν στο ίδιο επίπεδο με τα μοντέλα βενζίνης – όπως τα μικρομεσαία – ενώ έως το 2030 ένα ηλεκτρικό αυτοκίνητο θα κοστίζει λιγότερο από το αντίστοιχο με μοτέρ εσωτερικής καύσης.
Τέλος, πρέπει να σημειωθεί πως η Ελλάδα παραμένει στα σπάργανα στην επέκταση του δικτύου δημόσιων ταχυφορτιστών. Σήμερα, ο όγκος ταχυφορτιστών μπορεί να εξυπηρετήσει τα 2.000-2.500 ηλεκτρικά μοντέλα που κυκλοφορούν στη χώρα μας. Ομως, αν οι πωλήσεις τους αυξηθούν σημαντικά, τότε θα πρέπει να υπάρχει ένα επαρκές δίκτυο φόρτισης, τόσο στις πόλεις όσο και στους αυτοκινητόδρομους.