もっと詳しく

Στην εποχή της… φοβίας του ηλεκτρικού διακόπτη λόγω των ανεξέλεγκτων ανατιμήσεων της ενέργειας, ένα νέο τοπίο διαμορφώνεται στην παραγωγή και κατανάλωση ενέργειας, τόσο για νοικοκυριά όσο και για επιχειρήσεις.

Καθώς τα περίπου 500 εκατ. ευρώ που θα δοθούν ως επιδοτήσεις στα τιμολόγια ρεύματος για το τετράμηνο Σεπτεμβρίου – Δεκεμβρίου δεν αναμένεται να ελαφρύνουν σημαντικά τα νοικοκυριά από το ενεργειακό κόστος, τα «φωτοβολταϊκά στις στέγες» επιστρέφουν ως λύση.

Από την Υπουργική Απόφαση του 2014 οπότε μπήκαν οι θεσμικές βάσεις για την ανάπτυξη φωτοβολταϊκών σταθμών από αυτοπαραγωγούς έως σήμερα, η διείσδυση και ενσωμάτωση των ΑΠΕ σε κτίρια και υποδομές ήταν υποτονική, εξαιτίας των αγκυλώσεων που δημιουργούσε το νομοθετικό και ρυθμιστικό πλαίσιο. Οι εγκαταστάσεις αυτοπαραγωγής ενέργειας μόλις που αγγίζουν τα 50 μεγαβάτ, με το 10% να αφορά κατοικίες.

Η ελκυστικότητα της αυτοπαραγωγής

Το τελευταίο διάστημα ωστόσο, νέες ρυθμίσεις ενίσχυσαν την ελκυστικότητα της αυτοπαραγωγής με χρήση φωτοβολταϊκών συστημάτων, καθώς το όριο ισχύος τους αυξήθηκε στα 3 MW (μεγαβάτ) – από 1 μεγαβάτ που ίσχυε στο διασυνδεδεμένο δίκτυο και 500 kW στην Κρήτη – ενώ στη Ρόδο διπλασιάστηκε από 500 kW (κιλοβάτ) σε 1 MW.

Οι επιλογές που έχει κάποιος που θέλει να επενδύσει στα φωτοβολταϊκά είναι είτε να πωλήσει την παραγόμενη ηλεκτρική ενέργεια στο δίκτυο είτε να καλύψει με αυτή μέρος ή και όλη την ηλεκτρική ενέργεια που καταναλώνει, με παράλληλη αποθήκευση ενέργειας.

Ετσι, σε μια περίοδο που οι τιμές στο ρεύμα καλπάζουν, το όφελος για ένα νοικοκυριό ή μια επιχείρηση από την εγκατάσταση φωτοβολταϊκού στη στέγη, στην πέργκολα, σε αγροτικές αποθήκες, κτηνοτροφικές μονάδες κ.λπ. είναι σημαντικό.

Το όφελος με δύο σενάρια

Ειδικότερα, σύμφωνα με υπολογισμούς του ειδικού συμβούλου του ΣΕΦ (Σύνδεσμος Εταιρειών Φωτοβολταϊκών) κ. Στέλιου Ψωμά, το τιμολόγιο ρεύματος ενός μέσου νοικοκυριού (κατηγορία Γ1) με κατανάλωση 5.000 κιλοβατώρες ετησίως (υπολογισμένο με τιμή χονδρεμπορικής ρεύματος 210 ευρώ/MWh) μπορεί να έχει όφελος 1.391 ευρώ με εγκατάσταση φωτοβολταϊκού 3 κιλοβάτ.

Χωρίς φωτοβολταϊκό ο ετήσιος λογαριασμός θα ήταν 1.774,64 ευρώ και με φωτοβολταϊκό 383,21 ευρώ. Κι αυτό διότι ο περιορισμός της κατανάλωσης ρεύματος από το δίκτυο, μειώνει τόσο τις ανταγωνιστικές χρεώσεις (προμήθεια, ρήτρα αναπροσαρμογής και πάγιο) στα τιμολόγια ηλεκτρικής ενέργειας όσο και τις ρυθμιζόμενες (χρεώσεις χρήσεις δικτύων, ΥΚΩ, ΕΤΜΕΑΡ κ.ά.).

Αντιστοίχως, σε ένα επαγγελματικό τιμολόγιο (κατηγορία Γ22) με κατανάλωση 60.000 κιλοβατώρες ετησίως, το όφελος μπορεί να φτάσει τα 9.361 ευρώ ετησίως, με φωτοβολταϊκό 20 κιλοβάτ.

Αλλά ακόμη κι εάν οι τιμές στη χονδρεμπορική υποχωρήσουν, για παράδειγμα στα 55 ευρώ/MWh, το ετήσιο όφελος για κατανάλωση 5.000 κιλοβατώρες ενός νοικοκυριού θα είναι περίπου 537 ευρώ. Ειδικότερα, χωρίς φωτοβολταϊκό τα τιμολόγια ρεύματος για ένα έτος θα ήταν 825,46 ευρώ, ενώ με το φωτοβολταϊκό θα έπεφταν στα 288,29 ευρώ. Το επενδυτικό κόστος των 5.000 ευρώ για την αγορά του φωτοβολταϊκού των 3 κιλοβάτ, με ίδια κεφάλαια, θα αποσβεστεί σε 9 χρόνια, με τελική εξοικονόμηση χρημάτων στην 25ετία 15.539 ευρώ και απόδοση επένδυσης 10,5%.

Οι εμπορικοί καταναλωτές

Για τον εμπορικό καταναλωτή (φούρνος, καφέ, εστιατόριο κ.λπ.) που καταναλώνει 60.000 κιλοβατώρες, το επενδυτικό κόστος 16.500 ευρώ (4.950 ίδια κεφάλαια και τα υπόλοιπα με δάνειο πενταετίας) θα αποσβεστεί νωρίτερα, στα έξι χρόνια (διότι συμψηφίζεται ο ΦΠΑ) και το όφελος στην 25ετία θα είναι 70.355 ευρώ, αφαιρώντας έξοδα συντήρησης-ασφάλισης, με τον βαθμό απόδοσης της επένδυσης να υπολογίζεται στα 26,7%.