もっと詳しく

Μπορείς να φανταστείς τον εαυτό σου να παίζει σε μία από τις μεγαλύτερες ομάδες της χώρας, να βάζει γκολ, να κατακτάει τίτλους και να παίρνει μεταγραφή για το καλύτερο πρωτάθλημα του κόσμου; Να ζεις σε μια βίλα που έχει ακόμη και προηγμένη τεχνολογία, να κυκλοφορείς με Πόρσε και να είσαι η μεγάλη αδυναμία του προέδρου; Ζωή – απόλαυση, πραγματικά…

Τι γίνεται, όμως, αν -παράλληλα- όλα αυτά τα ζεις σε μια περιοχή που ταλαιπωρείται από δικαστήρια για υποθέσεις της Μαφίας, υπάρχουν πιέσεις προς κάθε κατεύθυνση και προκύπτουν και δολοφονίες συγγενών μαφιόζων; Πώς επηρεάζει η μία κατάσταση την άλλη; Την απάντηση σε όλα αυτά, την έχει ο Νίκος Αναστόπουλος. Ο ποδοσφαιριστής που έζησε τη ζωή που δεν έζησαν οι άλλοι…

Ο «Αναστό» δεν υπήρξε ο καλύτερος Ελληνας ποδοσφαιριστής της γενιάς του ή όλων των εποχών. Ο καθένας έχει την άποψη του ή το γούστο του. Είναι όμως σίγουρα αυτός που σημάδεψε τα ελληνικά ποδοσφαιρικά 80’s -μια δεκαετία που μοιάζει να δημιουργήθηκε για αυτόν- περισσότερο από όλους, με τον τρόπο του. Και τη σημάδεψε με τον τρόπο παιχνιδιού του, για την ευκολία στο σκοράρισμα, με το δέσιμο του με το Καραϊσκάκη που ξεσήκωνε όσο κανείς άλλος, με το να εξασφαλίσει ότι η Rexona δε θα ξεχαστεί ποτέ από κανέναν σε τούτο τον τόπο, με τη μεταγραφή του στην Αβελίνο.

Το τελευταίο, είναι και το πιο εντυπωσιακό από όλα. Και για να το καταλάβει κάποιος, θα πρέπει να υπολογίσει τα δεδομένα της εποχής: Ηταν το Καμπιονάτο που είχε μαζεμένα όλα τα αστέρια του παγκοσμίου ποδοσφαίρου και η κάθε ομάδα μπορούσε να έχει μόνο δύο ξένους. Δεν υπήρχε ο νόμος Μποσμάν και οι Κοινοτικοί. Υπήρχαν οι Ιταλοί και οι δύο ξένοι. Εκείνη την εποχή λοιπόν και συγκεκριμένα το καλοκαίρι του 1987, η Αβελίνο της Serie A αποφάσισε ότι ο ένας από τους δύο ξένους έπρεπε να είναι Ελληνας.

Τα τρελά ποσά και ο «Ελληνας Θεός που είναι δίδυμος με τον Βίρντις»

Αυτός που είχε εντυπωσιάσει τον Οκτώβριο του 1986 τον Λουίς Βινίσιο, ποδοσφαιράνθρωπο της Ιταλίας, ο οποίος παρακολουθούσε μαζί με τον Πρόξενο της ελληνικής δημοκρατίας, το φιλικό Ιταλίας-Ελλάδας στη Μπολόνια. Η ιστορία λέει ότι εκείνο το βράδυ, χωρίς να χάσει καθόλου χρόνο, ο Πρόξενος έψησε τόσο τον Βινίσιο όσο και τον «Αναστό» ότι μπορεί να βάλει μπρος για μεταγραφή. Και επιβεβαιώθηκε όταν η Αβελίνο πρόσφερε 52.000.000 δραχμές στον Σταύρο Νταϊφά και 20 εκατ. δρχ. στον Αναστόπουλο, με μισθό ενός εκατ. δρχ.

«Θα μπορούσα να πάρω περισσότερα», λέει ο ίδιος πλέον, αλλά τότε δεν τον ενδιέφερε αυτό, αλλά το γεγονός ότι είχε την ευκαιρία να παίξει στο καλύτερο πρωτάθλημα του κόσμου, το οποίο τον υποδέχθηκε με… παράνοια. Η Gazzetta dello Sport έγραψε ότι ήρθε στην Αβελίνο «ο Ελληνας Θεός που κατέβηκε από τον Ολυμπο», οι δημοσιογράφοι τον βαφτίζουν αμέσως «Ελληνα Βίρντις» και η Panini φτάνει στο σημείο να βάλει στα περίφημα αυτοκόλλητα της μαζί τον Νικόλα με τον επιθετικό της πρωταθλήτριας Μίλαν, γράφοντας «τα δίδυμα που χωρίστηκαν στη γέννα»!

Ολο αυτό, φυσικά, δεν περιορίζεται μόνο στον Τύπο, αλλά είναι γενικό. Η διοίκηση του παραχωρεί μια πολυτελέσταση βίλα 600 τετραγωνικών μέτρων, στην καλύτερη περιοχή της πόλης, έχοντας στη διάθεση του ακόμη και ηλεκτρονικό υπολογιστή. Και μιλάμε για τα 80’s. Παράλληλα, απολαμβάνει μια λευκή Πόρσε, με την οποία μπορεί να κάνει τις βόλτες του, στις οποίες δεν αργεί καθόλου να έχει ως συνοδούς πανέμορφες γυναίκες. Το σκηνικό που περιγράφουμε, μοιάζει πραγματικά τέλειο. Ειδικά αν προσθέσουμε, ότι στις πρώτες του εμφανίσεις, μήνα Αύγουστο για τον όμιλο του Coppa Italia, ο Αναστόπουλος βάζει δύο γκολ στη νίκη της Αβελίνο επί της Σαμπενεντερτέζε (0-3) και άλλο ένα για να δώσει νίκη και πρόκριση επί της Πιατσέντζα (1-0).

Η Καμόρα, τα μαθήματα ελληνικών και οι δολοφονίες

Το τέλειο, όμως, δεν υπάρχει, ειδικά όταν μιλάμε για μια περιοχή και για μια εποχή, στην οποία η Μαφία ελέγχει τα πάντα. Στην περίπτωση της Αβελίνο, μιας πόλης έξω από τη Νάπολη, το κουμάντο το έκανε (ή το κάνει) η Καμόρα. Αφεντικό της ο Ραφαέλε Κουτόλο, ο επονομαζόμενος και «Νονός των Νονών». Αυτός ελέγχει τα πάντα, συμπεριλαμβανομένων των Αντόνιο Σιμπίλια και Ελιο Γκρατσιάνο, οι οποίοι είναι οι δύο που διοικούν την Αβελίνο (πρώτα ο Σιμπίλια και μετά ο Γκρατσιάνο) τη δεκαετία του ’80. Ενας κι ένας…

Μπλεγμένοι με ό,τι μπορεί να φανταστεί κανείς, από απλούς ξυλοδαρμούς μέχρι μπίζνα 77 εκατ. ευρώ (την εποχή εκείνη!) με το ιταλικό δημόσιο για το ύφασμα που υπήρχε σαν μαξιλαράκι στις θέσεις των τρένων, ήταν άνθρωποι με τους οποίους μάλλον δεν ήθελες να μπλέξεις. Εδώ, επομένως, είναι μάλλον η κατάλληλη στιγμή, επομένως, για να αναφέρουμε ότι ο “Αναστό”… έμπλεξε: Ο Ελληνας φορ είχε αναλάβει να κάνει μαθήματα ελληνικών στην κόρη του Don Ελιο Γκρατσιάνο και η χαμηλή βαθμολογία της εκνεύρισε τον μπαμπά – πρόεδρο – μαφιόζο. Αυτή είναι η επικρατέστερη εκδοχή, αν και με τον Νικόλα, πάντα, ήταν δύσκολο να καταλάβει κανείς μέχρι πού φτάνει η αλήθεια και μέχρι πού οι μύθοι. Και ειδικά όταν εμπλέκονται και οι Ιταλοί, οι οποίοι διαχρονικά αρέσκονται στο να «δημιουργούν» ιστορίες…

Οπως και να έχει, τι είναι αλήθεια, τι ψέματα, το ξέρει ο πρωταγωνιστής. Αυτός που από ένα σημείο κι έπειτα έχασε τη θέση του στην 11άδα και τα όνειρα για ένα αξιόπιστο επιθετικό δίδυμο με τον Αυστριακό Σάχνερ, άρχισαν να σβήνουν, σε χρόνια που τα αφεντικά της Αβελίνο είχαν το ένα δικαστήριο μετά το άλλο για υποθέσεις της Μαφίας, το μεγάλο αφεντικό της οποίας, ο Ραφαέλε Κουτέλο, είδε αρκετούς συγγενείς του να δολοφονούνται σε σχετικά μικρό χρονικό διάστημα. Και όλα αυτά, επηρέαζαν και την ομάδα, οικονομικά πρώτα και αγωνιστικά κατ’ επέκταση.

Χωρίς, πάντως, να παραβλέπουμε και τα αγωνιστικά προβλήματα που είχε ο ίδιος, περιγράφοντας τα με μια αξέχαστη ατάκα στη RAI: «Σκέφτομαι στα ελληνικά αυτά που μου λένε και μέχρι να μεταφράσω, η μπάλα έχει χαθεί».

Ντυμένος με φινέτσα και «Ιταλός» για πάντα

Εξω από το γήπεδο, όμως, δεν χανόταν η μπάλα, δεν έσβηνε καθόλου η λάμψη του “Αναστό”. Ντυμένος πάντα όπως έπρεπε, έχοντας “σκοράρει” σε όλες τις μπουτίκ στον ιταλικό νότο ή και στο βορρά όπου έσκαγε με την Πόρσε ή τη Φεράρι, απολάμβανε τον ιταλικό τρόπο ζωής και δε δυσκολεύτηκε να προσαρμοστεί. Δεν είναι τυχαίο το allenatore Νικολό, άλλωστε, πλέον. Ο Νίκος Αναστόπουλος έκλεισε τη σεζόν, μοναδική στην Ιταλία όπως αποδείχθηκε, βλέποντας την κόκκινη κάρτα στο Μεάτσα κόντρα στην Ιντερ, για αγκωνιά στον Μπέργκομι, στο ματς που η Αβελίνο ήθελε νίκη για να σωθεί. Ηρθε ισόπαλη και υποβιβάστηκε.

Αυτός, χωρίς να σκοράρει στο πρωτάθλημα, έφυγε. Πρόλαβε όμως να γράψει ιστορία με τη μεταγραφή του και να αγαπήσει την Ιταλία, αποδεικνύοντας το τα επόμενα χρόνια μέχρι και σήμερα, ζώντας ένα πρωτάθλημα, μια πόλη, ένα περιβάλλον και καταστάσεις που οι άλλοι δεν έζησαν… Forza!