Περισσότεροι από 8.600 άνθρωποι στην πλειονότητα ηλικίας 70 ετών και άνω επηρεάζονται από την αποκάλυψη ότι νοσοκόμα αντικαθιστούσε εμβόλια κατά του κορονοϊού με φυσιολογικό ορό στη μικρή πόλη Σχόρτενς στη βόρεια Γερμανία. Η γυναίκα ομολόγησε ότι εμβολίασε αρχικά έξι συμπολίτες της με αλατούχο διάλυμα, ενώ οι αρχές καλούν περίπου 9.000 άτομα σε επαναληπτική δόση προληπτικά, καθώς δεν μπορεί να εξακριβωθεί με τεστ αντιγόνου αν εμβολιάστηκαν κανονικά ή όχι.
Συνολικά 9.673 άτομα έλαβαν εμβόλια μεταξύ 5 Μαρτίου και 20 Απριλίου, αν και δεν είναι απαραίτητο ότι επηρεάστηκαν όλοι.
Οι τοπικές αρχές προσπαθούν τώρα να επικοινωνήσουν με όλους τους δυνητικά εμβολιασμένους, ενώ δημιουργήθηκε τηλεφωνική γραμμή για όσους είναι πρόθυμοι να ξεκαθαρίσουν την κατάσταση, ανέφερε ο επικεφαλής της διοίκησης της περιφέρειας Φρίσλαντ, Σβεν Αμπρόσι.
«Έχουμε βάσιμες υποψίες ότι το περιστατικό δεν είναι ένα απλό λάθος», δήλωσε ο Πήτερ Μπίρ αναπληρωτής επικεφαλής του τοπικού αστυνομικού τμήματος, διευκρινίζοντας ότι η κατηγορούμενη δεν δίνει άλλη πληροφορία εκτός από τον ισχυρισμό ότι αντικατέστησε με ορό τα εμβόλια «επειδή χύθηκαν φιαλίδια της Pfizer».
Η νοσοκόμα που εργαζόταν σε τοπικό κέντρο εμβολιασμού από τις αρχές του 2021 εκμυστηρεύτηκε αρχικά σε συνάδελφό της στα τέλη Απριλίου ότι γέμισε έξι σύριγγες με φυσιολογικό ορό.
Τον Μάιο, ο επιβεβαιωμένος αριθμός εκείνων που δεν έλαβαν το κατάλληλο εμβόλιο αυξήθηκε από 6 σε 22 και τελικά έγιναν χιλιάδες όσο συνεχιζόταν η κατάθεση μαρτύρων τον Ιούνιο.
Δημοσιεύματα του διεθνούς Τύπου επιμένουν ότι η νοσοκόμα έκανε αναρτήσεις κατά των εμβολιασμών και των μέτρων της Γερμανικής κυβέρνησης. Την έρευνα ανέλαβε μάλιστα υπηρεσία εγκλημάτων με πολιτικά κίνητρα της γερμανικής αστυνομίας.
Σύμφωνα με γερμανικά μέσα ενημέρωσης το μοναδικό ανάλογο περιστατικό στην Ευρώπη είναι στη γειτονική Γαλλία, όπου περίπου 140 άτομα έλαβαν ενέσεις φυσιολογικού ορού αντί για πραγματικά εμβόλια στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Reims στην πόλη Epernay, 130 χιλιόμετρα βορειοανατολικά του Παρισιού.
Το περιστατικό που συνέβη τον Απρίλιο αποδόθηκε σε «ανεξήγητη γκάφα» από Γάλλους γιατρούς.