Μελέτη που έκανε το Cambridge University βρήκε πως ακόμα και μια μικρή αλλαγή στο ποσοστό του αζώτου στο περιβάλλον ή το σπίτι μας, μπορεί να επηρεάσει πάρα πολύ σοβαρά τη ψυχική μας υγεία.
Σαν να μην μας έφταναν τα προβλήματα μας και όσα μας φόρτωσε η πανδημία, η πιο ολοκληρωμένη μελέτη που έγινε από το Cambridge University στην Αγγλία δείχνει πως η ψυχική μας υγεία επηρεάζεται και από την έκθεση μας στην ατμοσφαιρική ρύπανση που επηρεάζεται από αύξηση διοξειδίου του αζώτου. Αποφασίσαμε να δούμε συνολικά το θέμα.
Ο λόγος ήταν οι πυρκαγιές του τελευταίου μήνα στην Ελλάδα που μας εξέθεσαν σε αιωρούμενα σωματίδια που προέκυψαν από τις φωτιές, με την ατμοσφαιρική ρύπανση να αυξάνεται κατακόρυφα. Εκτεθήκαμε δηλαδή, σε τεράστια ποσοστά διοξειδίου του άνθρακα που δημιουργούν θέματα υγείας. Γενικά ωστόσο, δημιουργεί προβλήματα η ατμοσφαιρική ρύπανση στην οποία εκτιθέμεθα για χρόνια.
Να τα δούμε.
Ερευνα του 2018 επιβεβαίωσε πως η ατμοσφαιρική ρύπανση προκαλεί “τεράστια” μείωση της νοημοσύνης, ενώ συνδέεται με την άνοια. Το 2019 άλλη μελέτη συνέδεσε το βρώμικο αέρα με την αύξηση στις απόπειρες αυτοκτονιών, το άγχος, το διπολισμό και τη ψύχωση. Υποδηλώθηκε ότι όταν μεγαλώνουμε σε μέρη με ρύπανση, έχουμε αυξημένο κίνδυνο ψυχικών διαταραχών. Την ίδια χρονιά Παγκόσμια έρευνα είχε οδηγηθεί στο συμπέρασμα ότι η ατμοσφαιρική πίεση μπορεί να προκαλέσει βλάβη σε κάθε όργανο του ανθρώπινου σώματος. Το 2020 έγινε γνωστό πως μικρές αυξήσεις στην ατμοσφαιρική ρύπανση συνδέονται με σημαντική αύξηση της κατάθλιψης και του άγχους. Φέτος, επιστήμονες από τη νότια Λομβαρδία της Ιταλίας εξήγησαν πως όσο αυξάνεται η ατμοσφαιρική πίεση, αυξάνονται και τα εμφράγματα.
Όπως αναφέρει η Guardian, η Παγκόσμια Τράπεζα έχει εκτιμήσει πως η ατμοσφαιρική πίεση στοιχίζει στην παγκόσμια οικονομία το ποσό των 5 τρισεκατομμυρίων δολαρίων, κάθε χρόνο. Και σε αυτές τις εκτιμήσεις έχουν υπολογιστεί μόνο οι γνωστές βλάβες που προκαλούνται στην καρδιά και τους πνεύμονες.
Τι μάθαμε τις τελευταίες ώρες
Στα της τελευταίας έρευνας που δημοσιεύτηκε στο Βritish Journal of Psychiatry έγινε σε δείγμα 13.000 ανθρώπων που ζουν στο Λονδίνο. Η καταγραφή των πληροφοριών ξεκίνησε από την πρώτη φορά που ζήτησαν βοήθεια σχετική με θέμα ψυχικής υγείας και ακολούθως παρακολουθήθηκε η συχνότητα εισαγωής σε νοσοκομείο ή επισκέψεων σε γιατρούς και νοσηλευτές της κοινότητας. Μετρήθηκαν και ελήφθησαν υπ’ όψιν οι εκτιμήσεις υψηλής ανάλυσης, για την ατμοσφαιρική ρύπανση που υπήρχε στα σπίτια τους. Όταν οι επιστήμονες επέστρεψαν στα data των ασθενών επτά χρόνια μετά την πρώτη θεραπεία, βρήκαν πως ο σύνδεσμος με την ατμοσφαιρική πίεση ήταν ακόμα εμφανής.
Διαπιστώθηκε ότι μια σχετικά μικρή αύξηση στο ποσοστό διοξειδίου του αζώτου (τα οξείδια του παράγοντα κυρίως από τις μηχανές αυτοκινήτων που καίνε βενζίνη και πετρέλαιο, ενώ σε εσωτερικούς τα επίπεδα αυξάνονται από τον καπνό του τσιγάρου, τις σόμπες κηροζίνης, τις ηλεκτρικές κουζίνες και τις θερμάστρες γκαζιού βουτανίου) οδηγεί σε αύξηση κατά 23% του κινδύνου για ανάγκη θεραπείας και κατά 18% του κινδύνου εισαγωγής στο νοσοκομείο. Εξ ου και οι ερευνητές σημείωσαν πως τα ευρήματα πιθανόν ισχύουν για τις περισσότερες πόλεις των ανεπτυγμένων χωρών.
“Η ατμοσφαιρική ρύπανση είναι τροποποιήσιμη και σε μεγάλη κλίμακα, μειώνοντας την έκθεση σε επίπεδο πληθυσμού” δήλωσε η Τζόαν Νιούμπερι του University of Briston, η οποία τέλεσε χρέη επικεφαλής της μελέτης, “ξέρουμε πως με παρεμβάσεις που μπορούν να κάνουμε για να περιορίσουμε το πρόβλημα -μια είναι η επέκταση των ζωνών χαμηλών εκπομπών. Οι παρεμβάσεις ωστόσο, στη ψυχική υγεία κάθε ατόμου είναι πολύ δύσκολες”.
Διευκρινίστηκε πως στόχος του Cambridge University δεν ήταν να αποδείξει την αιτιώδη σχέση μεταξύ της ατμοσφαιρικής ρύπανσης και της σοβαρότητας των ψυχικών ασθενειών, εν τούτοις η σχέση που βρήκε “είναι βιολογικά ευλογοφανής”. Κατ’ αρχάς γιατί οι ατμοσφαιρικοί ρύποι έχουν ισχυρές φλεγμονώδεις ιδιότητες και η φλεγμονή πιστεύεται πως είναι παράγοντας ψυχωτικών διαταραχών και διαταραχών διάθεσης.