Πιο χαμηλό θα είναι το ύψος των αυξήσεων και των αναδρομικών που θα λάβουν οι περίπου 130.000 παλαιοί συνταξιούχοι του δημοσίου και του ιδιωτικού τομέα σε σχέση με το ύψος των αναδρομικών που έλαβαν οι νέοι συνταξιούχοι.
Συγκεκριμένα σύμφωνα με την imerisia τα αναδρομικά (ανατρέχουν στον Οκτώβριο του 2019) που θα λάβουν στις 29 Σεπτεμβρίου με εμβόλιμη πληρωμή είναι 24 μηνών και υπολογίζονται κατά μέσο σε 200-250 ευρώ, ενώ οι αυξήσεις στις συντάξεις τους δεν θα ξεπεράσουν το 2%-3%. Υπενθυμίζουμε ότι οι νέοι συνταξιούχοι του δημοσίου τομέα εισέπραξαν τον περασμένο Ιούνιο κατά μέσο όρο 1.000 ευρώ και του ιδιωτικού τομέα 860 ευρώ.
Γιατί υπάρχουν μειωμένα ποσά
Τα μειωμένα ποσά οφείλονται:
Στην προσωπική διαφορά την οποία διατηρούν εκατοντάδες χιλιάδες συνταξιούχοι.
Στην καταβολή των αυξήσεων σε 5 ετήσιες δόσεις όπως προβλέπει ο νόμος (αντίθετα, οι νέοι συνταξιούχοι έλαβαν ολόκληρο το ποσό που δικαιούνται). Δηλαδή, οι 130.000 δικαιούχοι θα λάβουν αυτές τις ημέρες το1/5 του 2019 και 2020 που καθυστέρησε και το 1/5 του 2021. Ετσι, αν κάποιος δικαιούται συνολικά αύξηση 100 ευρώ, τώρα θα λάβει τα 40 ευρώ και αναδρομικά 24 μηνών 660 ευρώ συνολικά.
Αναλυτικά, οι παλαιοί συνταξιούχοι, που ήταν ήδη στη σύνταξη τον Μάιο του 2016, δικαιούνται το 1/5 της αύξησης για το 2019 και το 2020 και τα υπόλοιπα 4/5 ανά έτος έως και το 2024.
Δεδομένου ότι η αύξηση δίνεται για πρώτη φορά τώρα, οι συνταξιούχοι θα λάβουν απευθείας τα 2/5 της αύξησης που δικαιούνται (το 1/5 του 2020 και το 1/5 του 2021).
Για παράδειγμα, αν ο συνταξιούχος έχει αποχωρήσει το 2013 (ή οποιαδήποτε άλλη ημερομηνία πριν τον Μάιο του 2016), με 1.500 ευρώ συντάξιμες αποδοχές (μέσος μισθός από το 2002 έως το 2013) και 39 έτη ασφάλισης, δικαιούται συνολική αύξηση 100 ευρώ. Δικαιούται να την λάβει σε 5 ετήσιες δόσεις έως το 2024. Για το τελευταίο 3μηνο του 2019 και για ολόκληρο το 2020 δικαιούται το 1/5, δηλαδή 20 ευρώ αύξηση. Για το 2021 δικαιούται άλλα 20 ευρώ αύξηση.
Θα λάβει την Τετάρτη αναδρομικά 24 μηνών, δηλαδή 660 ευρώ. Σύμφωνα με τον σχεδιασμό θα πρέπει να δει αύξηση 40 ευρώ από την σύνταξη Οκτωβρίου στα τέλη Σεπτεμβρίου.
Αν ο ίδιος συνταξιούχος είχε συντάξιμες αποδοχές 1.000 ευρώ και 35 έτη ασφάλισης δικαιούται αύξηση 35 ευρώ. Δικαιούται να την λάβει σε 5 ετήσιες δόσεις έως το 2024.
Για το τελευταίο 3μηνο του 2019 και για ολόκληρο το 2020 δικαιούται το 1/5, δηλαδή 7 ευρώ αύξηση. Για το 2021 δικαιούται άλλα 7 ευρώ αύξηση.
Θα λάβει αναδρομικά την Τετάρτη 231 ευρώ. Σύμφωνα με τον σχεδιασμό θα πρέπει να δει αύξηση 14 ευρώ από την σύνταξη Οκτωβρίου στα τέλη Σεπτεμβρίου.
Μειώσεις άνω του 20%
Αναλυτικότερα, η προσωπική διαφορά είναι ουσιαστικά η έμμεση λογιστική μείωση που έγινε στο ανταποδοτικό κομμάτι των περισσότερων συντάξεων, όταν αυτές επανυπολογίστηκαν με τα ποσοστά του νόμου Κατρούγκαλου και η οποία «ροκανίζει» τα αναδρομικά και τις αυξήσεις. Τις υψηλότερες έμμεσες (λογιστικές) μειώσεις τις υπέστησαν οι άνω των 30 ετών ασφάλισης, μειώσεις που ξεπερνούσαν το 20% και πολλές φορές και το 30%.
Αντίθετα, οι νέοι συνταξιούχοι υπολογίστηκαν εξαρχής με βάση τα μειωμένα ποσοστά του νόμου Κατρούγκαλου και επομένως ο νομοθέτης θέλησε να τους στηρίξει περισσότερο με υψηλότερες αυξήσεις.
Το «κλειδί» στην υπόθεση της προσωπικής διαφοράς είναι η αύξηση του νόμου Βρούτση να είναι μεγαλύτερη του ποσού της προσωπικής διαφοράς, ώστε να μειωθεί το ύψος της προσωπικής διαφοράς και το υπόλοιπο ποσό να πιστωθεί στον λογαριασμό τους.
Ποιοι «παλιοί» περιμένουν πληρωμές
Στην κατηγορία των παλαιών συνταξιούχων που περιμένουν τις πληρωμές περιλαμβάνονται:
30.000 παλαιοί συνταξιούχοι με μικρή θετική προσωπική διαφορά. Με τους νέους συντελεστές αναπλήρωσης, ισοφαρίζουν την προσωπική διαφορά και κερδίζουν αύξηση μεσοσταθμικά 20-30 ευρώ.
100.000 παλαιοί συνταξιούχοι που έλαβαν αύξηση από 1/1/2019 (αρνητική προσωπική διαφορά) με τον νόμο Κατρούγκαλου. Οι εν λόγω συνταξιούχοι θα πρέπει να περιμένουν και νέα αύξηση κατά μέσο όρο 40-50 ευρώ.
Οι υπόλοιποι θα δουν αυξήσεις μόνο στα χαρτιά, καθώς διατηρούν μεγάλη προσωπική διαφορά. Δηλαδή θα δουν λογιστική διαφορά στα εκκαθαριστικά τους και το όφελός τους θα είναι η μείωση της προσωπικής διαφοράς.